delicieuses
Θέλετε να αντιδράσετε στο μήνυμα; Φτιάξτε έναν λογαριασμό και συνδεθείτε για να συνεχίσετε.

Χριστουγεννιάτικα παραμύθια

2 απαντήσεις

Πήγαινε κάτω

Χριστουγεννιάτικα παραμύθια Empty Χριστουγεννιάτικα παραμύθια

Δημοσίευση από Rena Κυρ Νοε 29, 2009 11:02 am

Το αγγελάκι της φουντωτής γιρλάντας

Χριστουγεννιάτικα παραμύθια 37679%20Christmas%20Angel%20Fleece%20Blanket

- Έρχονται τα Χριστούγεννα! φώναξε χαρούμενα ένα χειμωνιάτικο πρωινό ο μικρός άγγελος. Η Χριστουγεννιάτικη φουντωτή γιρλάντα με τους εφτά αγγέλους που κρέμονταν από πάνω της, τινάχτηκε ολόκληρη.

- Μας ξύπνησες! διαμαρτυρήθηκαν οι άγγελοι με μια φωνή. Τι σε έπιασε και φωνάζεις ξαφνικά;

- Έρχονται! Έρχονται τα Χριστούγεννα! φώναξε και πάλι ο μικρός άγγελος. Οι άλλοι άγγελοι χασμουρήθηκαν. Ίσιωσαν τα χάρτινα φτερά τους που ήταν σκεπασμένα με λείο και μαλακό ύφασμα και ρώτησαν το μικρό τους αδερφό.

- Και εσύ που το ξέρεις; Μέσα σε αυτό το κουτί που είμαστε κλεισμένοι, δεν έχουμε ούτε ημερολόγια, ούτε ρολόγια. Πως μπορούμε να ξέρουμε τι εποχή είναι, αν πλησιάζουν τα Χριστούγεννα ή το Πάσχα; Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να περιμένουμε τη στιγμή που κάποιος θα ανοίξει το καπάκι από το κουτί και θα μας τοποθετήσει με τα άλλα στολίδια πάνω στο δέντρο.

- Κι όμως εγώ ξέρω πως έρχονται τα Χριστούγεννα! Τα μυρίζω! Οι άγγελοι της φουντωτής γιρλάντας έξυσαν συγχρονισμένοι σαν χορευτές μπαλέτου, το φτιαγμένο από γουνίτσα φωτοστέφανο στο κεφάλι τους.

- Τα μυρίζεις; απόρησαν! Α, εσύ είσαι τελείως χαζούλης!

- Μα ναι! επέμενε ο μικρός άγγελος. Τα μυρίζω στον αέρα που έχει γίνει υγρός και βαρύς. Στη μυρωδιά από τα ξύλα που καίγονται στο τζάκι. Στα γλυκά με κανέλα και μέλι που φτιάχνουν στην κουζίνα του σπιτιού. Έρχονται Χριστούγεννα σας λέω!

- Εμείς το μόνο που μυρίζουμε εδώ μέσα είναι κλεισούρα και σκόνη. Κοιμήσου μικρέ. Έχουμε καιρό ακόμα μέχρι τα Χριστούγεννα του είπαν οι άγγελοι και ξάπλωσαν πάνω στο βαμβάκι που είχαν για στρώμα για να μη τσαλακωθούν και σκιστούν.
Όμως ο μικρός άγγελος, ο τελευταίος στη φουντωτή γιρλάντα με τους αγγέλους, δεν μπορούσε να κοιμηθεί από την χαρά και την προσμονή. Έφταναν τα Χριστούγεννα και επιτέλους θα βρισκότανε και πάλι πάνω στο στολισμένο δέντρο. Εκεί μπορούσε να βλέπει όλο το σπίτι, στολισμένο με γκι και κορδέλες. Να λιγουρεύεται το γιορτινό τραπέζι με τα γλυκά και τα φαγητά που μοσχοβολούσαν. Να λικνίζεται στο ρυθμό των όμορφων τραγουδιών που ηχούσαν παντού και να χαίρεται με τα γέλια, τα παιχνίδια και τις κλεφτές ανυπόμονες ματιές των παιδιών στα κουτιά με τα δώρα κάτω από τα κλαδιά του έλατου. Και να που πραγματικά είχε δίκιο.
Τα Χριστούγεννα πλησίαζαν με γοργούς ρυθμούς και κάποια μαγική στιγμή, το καπάκι του κουτιού που κρατούσε κλειστή την φουντωτή χριστουγεννιάτικη γιρλάντα με τους εφτά αγγέλους άνοιξε. Το φως ξεχύθηκε λαμπρό και ζεστό μέσα στο κουτί και ξύπνησε τα αγγελάκια που χαρούμενα φώναξαν όλα μαζί πια:

- Ήρθαν τα Χριστούγεννα! Ήρθαν τα Χριστούγεννα!

Μαζί με αυτό, άνοιξαν και άλλα κουτιά. Το μεγάλο κουτί με τις γυάλινες μπάλες που τσούλησαν γρήγορα στο χαλί. Το κουτί με τους βελούδινους φιόγκους που τεντώθηκαν νυσταγμένοι. Το κουτί με τις καμπάνες που με μιας άρχισαν να χτυπάνε. Τον ξύλινο καρυοθραύστη που ακόνισε την μασέλα του. Τα Άγιο-βασιλάκια που κρατούσαν κιθάρες και βιολιά στα χέρια τους. Και στη γλώσσα των παιχνιδιών που κανείς δεν γνωρίζει και δεν ακούει, άρχισαν όλα τα στολίδια να πανηγυρίζουν, να γελάνε και να τραγουδάνε χαρούμενα που μετά από μεγάλη αναμονή οι γιορτές έφτασαν και το φως της μέρας ανέδειξε τα όμορφα χρώματα τους.
Μα πιο πολύ χαρούμενος ήταν ο μικρός άγγελος της φουντωτής γιρλάντας. Γιατί αυτός ήξερε πιο μπροστά από τα άλλα στολίδια πως τα Χριστούγεννα είχαν φτάσει. Το μύριζε και το ένιωθε μέσα στην καρδιά του και δεν έβλεπε την ώρα να σταθεί πάνω στο δέντρο και πάλι. Και η στιγμή αυτή είχε φτάσει.

Τα λεπτά χέρια μιας όμορφης γυναίκας με μακριά μπουκλωτά μαλλιά μπήκαν μέσα στο κουτί και έπιασαν την γιρλάντα με τους αγγέλους. Η καρδιά του μικρού αγγέλου πήγε να σπάσει.

- Τώρα θα πετάξω ψηλά στο έλατο, σκέφτηκε. Θα δω το στολισμένο σπίτι, τα παιδάκια που τρέχουν γύρω από τα σκορπισμένα στο σαλόνι στολίδια και δώρα, τα χαμόγελα στα πρόσωπα όλων να ζεσταίνουν το κρύο που ένιωθα τόσο καιρό μέσα στο κουτί.
Μα καθώς σκεφτόταν όλα αυτά χρατς! Το χάρτινο φτερό του πιάστηκε στο καπάκι από το κουτί που δεν είχε καλά ανοίξει και κόπηκε στη μέση.

- Αχ τι κρίμα! Έσκισα το φτερό του τελευταίου στη σειρά αγγέλου. Δεν πειράζει.
Τώρα η γιρλάντα θα έχει μόνο έξι αγγέλους, είπε η γυναίκα με τα μπουκλωτά μαλλιά και παίρνοντας στα χέρια της ένα ψαλίδι έκοψε το σκοινί που συγκρατούσε τον άγγελο στην φουντωτή γιρλάντα και τον έβαλε και πάλι μέσα στο κουτί. Όλα τότε ησύχασαν.
Τα στολίδια έπαψαν να γελάνε και να φωνάζουνε στη γλώσσα των παιχνιδιών. Το φως που έλουζε τα κουτιά χλόμιασε και το κρύο σκέπασε τον μικρό άγγελο με το σκισμένο φτερό, που έμεινε ξαπλωμένος στον πάτο του κουτιού.

- Δεν θα γνωρίσω τα φετινά Χριστούγεννα. Δεν θα μυρίσω τα φρεσκοψημένα γλυκά στο φούρνο. Δε θα τραγουδήσω μαζί με τα παιδιά, που θα στέκονται στην πόρτα χτυπώντας τριγωνάκια τα κάλαντα για τον Χριστούλη, είπε πολύ λυπημένος ο μικρός άγγελος και χάρτινα δάκρυα άρχισαν να πέφτουν από τα ζωγραφισμένα μάτια του.
Μα πριν προλάβει να κρυώσει η καρδούλα του, άλλο ένα χέρι μπήκε μέσα στο κουτί. Ήταν μικρό και στρουμπουλό και άρχισε να ψαχουλεύει το κουτί ανακατεύοντας το μπαμπάκι του πάτου τόσο, που ο άγγελος έκανε τούμπες. Ύστερα, έπιασε τον μικρό άγγελο που έστεκε, χωρίς την γιρλάντα, μόνος με το σκισμένο φτερό του. Κι όταν το χέρι τον σήκωσε, ο άγγελος, έστω και με ένα φτερό, πέταξε ψηλά κι αντίκρισε ένα μικρό παιδάκι, που ίσα ίσα στεκόταν στα ποδαράκια του και περπατούσε άτσαλα. Το μικρό παιδάκι με τον άγγελο στο τεντωμένο του χέρι έφτασε στραβοπατώντας τη γυναίκα με τα μπουκλωτά μαλλιά και της έδωσε τον άγγελο.

- Θέλεις να τον βάλουμε κι αυτόν στο δέντρο; ρώτησε η γυναίκα.

Το παιδάκι γέλασε τότε τόσο τρανταχτά και γλυκά, που ο μικρός άγγελος έπαψε πια να κρυώνει και μια μαγική θαλπωρή τον τύλιξε.

Η γυναίκα πήρε τον μικρό άγγελο από το χεράκι του παιδιού, του τίναξε από πάνω του τα ανακατεμένα μπαμπάκια και με προσοχή κόλλησε το μισό φτερό που του έλειπε. Ύστερα, ανεβαίνοντας σε μια μεγάλη σκάλα τον έβαλε πιο ψηλά από τα άλλα στολίδια, πιο ψηλά ακόμα και από την γιρλάντα των έξι αγγέλων. Στην κορυφή του δέντρου! Και καθώς το μικρό παιδάκι είδε τον άγγελο τόσο λαμπερό και όμορφο άρχισε να χτυπάει παλαμάκια και για μια στιγμή φάνηκε σε όλους πως ο μικρός άγγελος ζωντάνεψε κι έγινε ένας αληθινός άγγελος που είχε κατέβει από τον ουρανό για να αναγγείλει τη γέννηση του Χριστού.

Κι εκεί απάνω ο μικρός άγγελος έζησε τα πιο όμορφα Χριστούγεννα που είχε ζήσει ποτέ του. Με μυρωδιές, με τραγούδια, με γέλια και παιχνίδια, μα και με κάτι ακόμα που έκανε τις γιορτινές μέρες πιο πλούσιες και πιο ζεστές. Με αγάπη!

Πηγή:www.christmasinathens.g


Έχει επεξεργασθεί από τον/την Rena στις Κυρ Νοε 29, 2009 11:09 am, 1 φορά
Rena
Rena
Admin
Admin

Θηλυκό
Αριθμός μηνυμάτων : 8812
Registration date : 08/03/2009

Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω

Χριστουγεννιάτικα παραμύθια Empty Ένας αλλιώτικος καλικάντζαρος

Δημοσίευση από Rena Κυρ Νοε 29, 2009 11:08 am

Ένας αλλιώτικος καλικάντζαρος



Χριστουγεννιάτικα παραμύθια Kalikantzaroi-2


Γεια σας! Είμαι ο Κατεργαρής κι είμαι ένας καλικάντζαρος!

Δε χρειάζεται όμως να φοβάστε. Εγώ δεν είμαι σαν τους άλλους καλικάντζαρους.

Αλλά, ας σας διηγηθώ την ιστορία μου από την αρχή. Όλοι οι καλικάντζαροι μένουμε στην Καλικαντζαροχώρα, μια χώρα μοντέρνα και γεμάτη υπερσύγχρονες κατοικίες. Εργοστάσια, τράπεζες, νοσοκομεία, σχολεία και πανεπιστήμια.

Μα τι; Πιστεύατε πως ζούμε μέσα σε τρύπες στα έγκατα της γης; Βλέπετε, τίποτα από ότι νομίζετε πως γνωρίζετε για μας, δεν είναι αλήθεια εκτός από τις αταξίες! Η αταξία είναι ο νόμος μας και όλοι οι καλικάντζαροι είναι υποχρεωμένοι να κάνουν αταξίες τα Χριστούγεννα, την Πρωτοχρονιά, μα και το Πάσχα, τις Απόκριες, το Δεκαπενταύγουστο και γενικώς πάντα ΕΚΤΟΣ...από τα Θεοφάνια, που μας κυνηγάει αυτός ο ενοχλητικός παπάς με την επίσης ενοχλητική του αγιαστούρα!

Από την πρώτη μέρα στο σχολείο, ο δάσκαλος μας έμαθε τραγουδάκια όπως:
"Φεγγαράκι μου λαμπρό, φέγγε μου να περπατώ, να πηγαίνω στο σχολειό για να μάθω αταξίες και να κάνω φασαρίες" και παροιμίες όπως: "Μια αταξία την ημέρα, τον γιατρό τον κάνει πέρα!", αλλά και ηθικά διδάγματα όπως: "Όποιος έχει δύο αταξίες, να δίνει τη μία στο φίλο του."

Εγώ ήμουν ο καλύτερος μαθητής και έπαιρνα συνεχώς άριστα. Όλα άλλαξαν όμως, όταν έφτασε η στιγμή να κάνουμε και πρακτική εξάσκηση στην αταξία. Ανεβήκαμε σ΄ ένα δημοτικό σχολείο στη γη κρυφά το βράδυ και ανακατέψαμε όλες τις τάξεις. Άλλος γύρισε τα θρανία ανάποδα, άλλος έβαψε τον μαυροπίνακα άσπρο, άλλος έβαλε πινέζες στη έδρα και ο χοντρός Αναμπουμπούλης, αν κι ο χειρότερος της τάξης, κρέμασε το σώβρακο του επιστάτη στο κοντάρι της σημαίας, κερδίζοντας έτσι το πρώτο του άριστα. Εγώ ανέλαβα την πιο δύσκολη αποστολή. Μπήκα στη βιβλιοθήκη και ανακάτεψα τα βιβλία.

Όταν ξημέρωσε ακούγαμε όλοι κρυμμένοι στη σκεπή, τα κατορθώματα της πρώτης μας αποστολής:
-Ποιος αναποδογύρισε τα θρανία; ακούστηκε η πρώτη φωνή.
-Γιατί δεν γράφουνε οι κιμωλίες; ακούστηκε η δεύτερη.
-Αουτς!!! φώναξε η δασκάλα της τρίτης τάξης.
-Γιατί κυρία η σημαία είναι πράσινη με κόκκινες καρδούλες; απόρησε ένα πρωτάκι.
-Μα τι ωραία ταξινόμηση είναι αυτή στην βιβλιοθήκη! Πρώτη φορά συναντώ τέτοια τάξη! ακούστηκε τέλος κι η φωνή του διευθυντή του σχολείου.
Όλα γύρω μου σκοτείνιασαν! Ο δάσκαλος μου με αγριοκοίταξε, τα καλικαντζαράκια ξεκαρδίστηκαν κι εγώ, μετά από αυτή τη γκάφα, πήρα το πρώτο μου ολοστρόγγυλο μηδενικό.

Σε λίγες μέρες έφτασε η στιγμή για την δεύτερή εξόρμηση στη γη. Στο μουσείο.
Εκεί, βάλαμε στον καφέ του φύλακα υπνωτικό, του γυαλίσαμε την φαλάκρα και του κάναμε περμανάντ το μουστάκι. Ύστερα, φορέσαμε στα αγάλματα φανελάκια και εσώρουχα, και μπερδέψαμε τα ψηφιδωτά των μωσαϊκών. Εγώ, θέλοντας να βελτιώσω τη βαθμολογία μου, ασχολήθηκα με κάτι σπασμένα βάζα που βρήκα σε μια βιτρίνα.

Ύστερα, κρυφτήκαμε όλοι πάνω στους πολυελαίους περιμένοντας την βαθμολογία.
- Δεν του πάει καθόλου το κατσαρό μουστάκι του φύλακα! είπε μια Αμερικάνα τουρίστρια.

- Μα το ροζ νυχτικό του Ηνίοχου είναι πολύ σικ! θαύμασε μια Γαλλίδα.

- Δεν ήξερα ότι είχανε παζλ στην αρχαιότητα! αναρωτήθηκε ένας Άγγλος.

- Τι θαύμα είναι αυτό! ακούστηκε τέλος και η φωνή της αρχαιολόγου.

- Ποιος μπόρεσε να κολλήσει τα μπερδεμένα κομμάτια των αγγείων; Τριάντα δύο ζευγάρια μάτια και ένα ζευγάρι γυαλιά με κοίταξαν με φρίκη!

- Μα νόμιζα ότι τα θέλανε σπασμένα τα βάζα! προσπάθησα να απολογηθώ εγώ, αλλά ο δάσκαλος ζωγράφισε στο μπλοκάκι του ένα τεράστιο κουλούρι.
Τα Χριστούγεννα πλησίαζαν, μαζί κι οι απολυτήριες εξετάσεις. Ξέρετε, σε μας η σχολική χρονιά αρχίζει την επομένη των Φώτων και τελειώνει την παραμονή των Χριστουγέννων, όπου όλοι πια οι καλικάντζαροι ανεβαίνουν στη γη για αταξίες. Οι εξετάσεις θα δίνονταν σε ένα μεγάλο εμπορικό κέντρο στη γη κι έτσι το βράδυ της προπαραμονής των Χριστουγέννων, μαθητές και δάσκαλοι μαζεύτηκαν στην στολισμένη είσοδο του εμπορικού κέντρου και με ένα σφύριγμα του διευθυντή, όλα τα καλικαντζαράκια ξεχυθήκαμε στους ορόφους.

Οι όροι του διαγωνισμού ήταν σαφείς: Όσες περισσότερες αταξίες, τόσο το καλύτερο, ενώ η καλύτερη αταξία θα βραβευότανε κιόλας. Εμείς μπορούσαμε να πάμε σε όλους τους ορόφους, εκτός από τον τελευταίο για λόγους ασφαλείας, τους οποίους όμως δεν μας είπανε. Όση ώρα έτρεχα να βρω την αταξία μου έτρεχε και η καρδιά μου.
Ας έκανα επιτέλους μια μικρή αταξία. Ας μπορούσα να αποδείξω ότι είμαι και έξυπνος και ικανός.

Στον πρώτο όμως όροφο, δυστυχώς, με είχαν προλάβει, μιας κι οι συμμαθητές μου είχαν στολίσει όλα τα δέντρα με κάλτσες και παπούτσια! Στο δεύτερο, στο ζαχαροπλαστείο, ο χοντρός ο Αναμπουμπούλης είχε εργαστεί σκληρά έχοντας καταβροχθίσει όλα τα γλυκά από τις βιτρίνες και τα ψυγεία και σίγουρα θα έπαιρνε μεγάλο βαθμό...αν κατάφερνε να κατέβει τις σκάλες μ' αυτήν την τεράστια κοιλιά.

Στον επόμενο όροφο είχαν χύσει όλα τα αρώματα και τα καλλυντικά και το πάτωμα είχε γεμίσει με ζαλισμένους καλικάντζαρους. Κρατώντας τη μύτη μου, έφυγα τρέχοντας για τον επόμενο, στο βιβλιοπωλείο, μα και εκεί με είχαν προλάβει, καθώς είχαν γυρίσει ανάποδα όλα τα γράμματα από όλα τα βιβλία. Μην με ρωτήσετε πως το έκαναν αυτό, γιατί κι εγώ δεν ξέρω!

Είχα φτάσει στον τελευταίο όροφο κι ακόμα δεν είχα κάνει ούτε μια αταξία. Πως θα τολμούσα να κατέβω, μην έχοντας κάνει, έστω, μια μικρή προβιβαστική αταξία; Εκείνη τη στιγμή όμως, μια ιδέα άστραψε στο μυαλό μου! Κι αν συνέχιζα για τον τελευταίο όροφο; Αυτό αποφάσισα και, αφού ανέβηκα τα σκαλιά, άνοιξα την πόρτα. Και τότε βρέθηκα μπροστά σε κάτι μοναδικό! Όλο το δωμάτιο ήταν γεμάτο παιχνίδια. Κούκλες, αυτοκίνητα, τρενάκια, σπιτάκια, αρκουδάκια, και στη μέση του δωματίου έλαμπε ένα ψηλό έλατο στολισμένο με εκατοντάδες μπάλες και φωτάκια, ενώ όλος ο τόπος μύριζε φρεσκοψημένα γλυκά. Έκατσα τότε στο πάτωμα απέναντι από το δέντρο κι ήτανε τόσο ζεστά και όμορφα, που έκανα μια ευχή.

- Πόσο θα 'θελα να ήμουνα χαρούμενος, όπως τα παιδάκια που παίρνουν δώρα και τραγουδάνε κάλαντα, κι όχι να δίνω εξετάσεις και να κινδυνεύω να μείνω στην ίδια τάξη.

- Έλα καλικαντζαράκι! ακούστηκε μια φωνή από πίσω μου. Μη στενοχωριέσαι!
Τρομαγμένος γύρισα κι είδα ένα χοντρό γέροντα με κόκκινα μάγουλα και παχιά μούσια.

-Μην μου κάνεις κακό! κλαψούρισα.

-Ε, μα τι είναι αυτά που λες! Από πότε ένας καλικάντζαρος φοβάται; είπε γλυκά σκουπίζοντάς μου τα μάτια.

-Τώρα πια, δεν ξέρω αν θα παραμείνω καλικάντζαρος. Είμαι τόσο άχρηστος, που μπορεί να με διώξουν. Ούτε μια αταξία δεν είμαι ικανός να κάνω! είπα με πόνο, μα εκείνος με πήρε στην αγκαλιά του και μου είπε ήρεμα:

-Όσο υπάρχουν τα Χριστούγεννα, ποτέ ένας καλικάντζαρος δεν θα είναι άχρηστος. Κι όσο υπάρχουν οι καλικάντζαροι, θα υπάρχουν και οι αταξίες! Και βγάζοντας από το κεφάλι του έναν κόκκινο σκούφο κεντημένο με χρυσή κλωστή, μου τον φόρεσε στο κεφάλι και με συνόδευσε στην πόρτα. Εκεί με φίλησε στο μέτωπο και με χαιρέτησε.

-Καλά Χριστούγεννα Κατεργαρή! είπε κι έκλεισε την πόρτα.
Εγώ νιώθοντας ξαφνικά πολύ χαρούμενος, κατέβηκα τα σκαλιά χορεύοντας με τον τεράστιο σκούφο του παππού που ήξερε το όνομά μου.

Όταν όμως με αντικρίσανε οι άλλοι καλικάντζαροι, πάγωσαν.
-Ο σκου...ο σκούφος! ψέλλισε σαστισμένος ο δάσκαλος.

-Τι έχει ο σκούφος μου; απόρησα εγώ.

-Είναι του Αι-Βασίλη! είπε έκπληκτος.

-Ο Κατεργαρής έκλεψε τον σκούφο του Αι-Βασίλη! φώναξαν όλα τα καλικαντζαράκια.
Ξαφνικά όλοι με περικύκλωσαν και με σήκωσαν στα χέρια τους.

-Μπράβο στον Κατεργαρή, που έκλεψε τον σκούφο του Αι-Βασίλη! Μπράβο στον Κατεργαρή, που έκανε την πιο δύσκολη αταξία! φώναζαν όλοι, ενώ ο διευθυντής του σχολείου μου έδωσε με περηφάνια το έπαθλο των εξετάσεων. Ένα μεγάλο λαμπερό κύπελλο με χαραγμένη τη φράση:" Στην μεγαλύτερη αταξία της χρονιάς"!
Έτσι, στους ώμους των άλλων καλικάντζαρων γύρισα στην Καλικαντζαροχώρα, κι εκεί με περίμενε μεγάλο τραπέζι και γλέντι ως την ημέρα των Φώτων. Μεταξύ μας, χάρισα το μεγάλο κύπελλο στον Αναμπουμπούλη, γιατί εγώ δεν έκανα καμία αταξία στην πραγματικότητα, ενώ εκείνος πήγε στο νοσοκομείο με γαστρεντερίτιδα από τα πολλά γλυκά.

Εμένα μου φτάνει που πέρασα την τάξη κι έχω τον ωραιότερο σκούφο στον κόσμο! Το δώρο του Αι-Βασίλη! Σας αφήνω τώρα γιατί με έχει καλέσει ένας φίλος μου για πορτοκαλάδα.

Ξέρετε! Εκείνος ο ενοχλητικός παπάς με την επίσης ενοχλητική του αγιαστούρα! Μην το πείτε σε κανέναν! Αλλά βλέπετε, εγώ είμαι ένας αλλιώτικος καλικάντζαρος. Ο Κατεργαρής με το όνομα! Χριστουγεννιάτικα παραμύθια Poihma3

Πηγή: www.christmasinathens.gr
Rena
Rena
Admin
Admin

Θηλυκό
Αριθμός μηνυμάτων : 8812
Registration date : 08/03/2009

Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω

Χριστουγεννιάτικα παραμύθια Empty Ωχ!... Έλατο

Δημοσίευση από Rena Κυρ Νοε 29, 2009 11:16 am

Ωχ!... Έλατο


Χριστουγεννιάτικα παραμύθια ChristmasTree

Απέξω ακούγεται φρενάρισμα αυτοκινήτου (είναι το έλκηθρο του Α.Β.) Φαίνεται το πρόσωπο ενός ταράνδου
... Στο σπίτι του `Αγιου Βασίλη στην Καισαρεία η σύντροφός του η κυρά- Βασιλική είναι καθισμένη στην πολυθρόνα της μπροστά στο τζάκι που σιγοκαίει και πλέκει ένα κόκκινο πουλόβερ. Κάποια στιγμή, αργά το βράδυ επιστρέφει κατάκοπος στο σπίτι και ο `Αγιος Βασίλης. `Ολη αυτή την εβδομάδα δούλευε ασταμάτητα στο «εργοστάσιο κατασκευής παιχνιδιών» προκειμένου να ετοιμάσει τα δωράκια των παιδιών όλου του κόσμου. Εκτός όμως από πολύ κουρασμένος, φαίνεται και λιγάκι στενοχωρημένος. Κι αυτό γιατί μόλις μπήκε στο σπίτι κοίταξε το έλατο που ήταν δίπλα στο τζάκι και ξεφύσηξε πολλές φορές. Χωρίς να πει κουβέντα, πήγε κοντά στο δέντρο, του έριξε μια ματιά γύρω-γύρω κι αφού φύσηξε και ξεφύσηξε σαν ταύρος στην αρένα, έκατσε μουτρωμένος μπροστά στο τζάκι να ζεσταθεί το κοκαλάκι του.


  • Καλώς τον, καλώς τον!, λέει η κυρά Βασιλική στον άντρα της χωρίς να τον πολυπροσέξει μια και είναι σκυμμένη πάνω στο πλεχτό της.
  • Μμμ, καλησπέρα..., απαντά εκείνος και βάζει τα χέρια του στα μάγουλά του σαν μικρό παιδάκι.
  • Κουράστηκες καημενούλη μου ε;
  • Μμμ, κουράστηκα, λέει και διπλώνει μουτρωμένος τα χέρια του στο στήθος.
  • Θέλεις να σου σερβίρω ένα πιάτο ζεστή κοτόσουπα που έφτιαξα;
  • Μμμ, θέλω. Να παραγγείλουμε και κανένα σουβλάκι; ρωτάει με μια ελπίδα αλλά...
  • Σουβλάκι; Μα τρελάθηκες; Κάθε χρόνο σου ράβω καινούρια στολή γιατί η προηγούμενη σου είναι στενή. Μήπως ξέχασες που έσκασε το λάστιχο προχτές στο έλκηθρό σου ή πέρυσι που βυθίστηκες μαζί μ' αυτό μέσα στο χιόνι μόλις ανέβηκες πάνω;
  • Δεν έφταιγα εγώ. Το τσουβάλι με τα δώρα ήταν βαρύ. Μπορώ να φάω τουλάχιστον ένα μελομακάρονο μπας και γλυκαθώ;
  • Α! Εσύ δεν τρώγεσαι με τίποτα. Όχι!!! `Ενα πιάτο κοτόσουπα μονάχα. Είναι και βράδυ. Συγκρατήσου λιγάκι.
  • Μμμ, καλά.

Ο `Αγιος Βασίλης σηκώνεται φανερά απογοητευμένος και πηγαίνει προς το παράθυρο.

  • Α! Ωραία. Μια που σηκώθηκες, μπορείς να δοκιμάσεις λίγο και το πουλόβερ που σου πλέκω για την Πρωτοχρονιά;

Η κυρά Βασιλική, πηγαίνει κοντά του, ενώ κρατάει στα χέρια της ένα μικροσκοπικό κόκκινο πουλοβεράκι που φυσικά δεν του κάνει. Προσπαθεί να το δοκιμάσει, μα δεν μπαίνει με τίποτα.

  • Ορίστε! Στα έλεγα εγώ. Δεν σου κάνει. Παραπάχυνες. Τώρα;
  • Κυρά Βασιλική, νομίζω ότι όταν έπλεκες το πουλόβερ φορούσες τα μεγεθυντικά σου γυαλιά. Αυτό κάνει για τη γάτα μας τη Βασιλούλα, λέει ο `Αγιος Βασίλης
    Πραγματικά, η κυρά Βασιλική, βγάζει τα γυαλιά της και συνειδητοποιεί ότι το πουλοβεράκι είναι μια σταλίτσα.
  • Μπα σε καλό μου. Μα τους χίλιους κουραμπιέδες! Σαν να έχεις δίκιο καλέ μου. Και εσύ τελικά δεν είσαι και τόσο παχουλούλης. Μου φαίνεται ότι έχεις και λίγο αδυνατίσει. Να με συμπαθάς. Θα το δώσω στη γάτα μας τη Βασιλούλα και σένα θα σου φτιάξω άλλο. Πάω όμως γρήγορα τώρα να σερβίρω. Θα φέρω και δύο μελομακάρονα να σε γλυκάνω.

Η κυρά Βασιλική, πάει στην κουζίνα να ετοιμάσει το δείπνο και ο `Αγιος Βασίλης μένει μόνος του. Εκείνη την ώρα χτυπάει το κινητό του τηλέφωνο, ενώ κατευθύνεται για άλλη μια φορά προς το έλατο, το οποίο είναι γυμνό. Δεν έχει πάνω του ούτε ένα στολιδάκι!

  • Ναι, μάλιστα, ορίστε, λέγετε παρακαλώ; Ποιος είναι; Ποιον θέλετε; Α! έλα καλικατζαρούκο μου. `Εχουμε κανένα νέο; ρωτάει με αγωνία ο `Αγιος Βασίλης
  • ....................................
  • `Όχι, μη μου πεις! Για λέγε.
  • ..................................
  • Μη μου πεις. Δεν το πιστεύω! Για λέγε. Για λέγε!
  • ........................
  • Μη μου λες. Απίστευτο! Για πες μου, για πες μου.
  • ...........................
  • Καλά. Τι να κάνουμε. Θα το καταπιώ κι αυτό. Σ' ευχαριστώ. Καλά Χριστούγεννα και σε σένα καλικατζαρούκο μου.
  • Ο `Αγιος Βασίλης κλείνει το κινητό του κι εκείνη την ώρα μπαίνει η κυρά Βασιλική, κρατώντας ένα δίσκο με δύο πιάτα. Τον τοποθετεί στο τραπέζι.
  • Πω-πω πώς αχνίζει. `Ο,τι πρέπει είναι τώρα με την κούραση που έχεις. `Ελα, πλησίασε να φάμε, `Αγιε μου Βασίλη.

Ξεκινάνε το φαγητό τους, ρουφώντας ρυθμικά και δυνατά την κάθε κουταλιά. Δεν περνάει μισό λεπτό και ο `Αγιος Βασίλης, ο οποίος πεινούσε πολύ, έχει ήδη τελειώσει την κοτόσουπά του.

  • Σιγά χριστιανέ μου. Πότε την έφαγες κιόλας;
  • Δεν φταίω εγώ, το κοτόπουλο μέσα στο πιάτο πρέπει να ήταν ζωντανό και να μου ρούφηξε τη σούπα μου...

Η κυρά Βασιλική σκάει στα γέλια με το αστείο αυτό για αρκετή ώρα ενώ ο ίδιος βάζει πάλι τα χέρια του στα μάγουλά του και ούτε καν χαμογελάει. Σε λιγάκι...

  • Μα καλέ μου, τι σου συμβαίνει; Είσαι στενοχωρημένος; Κάτι σε απασχολεί; Πες μου μένα.
  • Ε, ναι! Κάτι μου συμβαίνει. Είμαι στενοχωρημένος. Κάτι με απασχολεί. Αλλά δεν σου λέω.
  • Καλά. `Όπως αγαπάς. Πάντα πεισματάρης. Πάντα καταπίνεις τις στενοχώριες σου κι αυτό να ξέρεις σε παχαίνει. Τέλος πάντων. Ας βάλουμε κανένα χριστουγεννιάτικο τραγουδάκι να μπούμε στο πνεύμα των γιορτών σιγά - σιγά.

Σηκώνεται, μαζεύει το τραπέζι και πάει στο κασετόφωνο. Βάζει το τραγούδι «Ω! έλατο». Δυναμώνει την ένταση και αρχίζει να χορεύει.
`Όμως ο `Αγιος Βασίλης δεν αντέχει άλλο πια και ξεσπάει σε κλάματα. Η κυρά Βασιλική που χορεύει με γυρισμένη την πλάτη της δεν τον καταλαβαίνει και συνεχίζει ακάθεκτη να τραγουδάει και να χορεύει το «Ω! έλατο, ω! έλατο, μ' αρέσεις πώς μ' αρέσεις». Ο `Αγιος Βασίλης τότε ξεσπάει σε πολύ δυνατούς λυγμούς, φυσάει με δύναμη την κόκκινη μύτη του και ... επιτέλους η κυρά Βασιλική τον βλέπει. Τρομαγμένη και απορημένη, κλείνει αμέσως το κασετόφωνο και τρέχει κοντά του, ενώ με ένα μαντήλι σκουπίζει τον ιδρώτα από το μέτωπό της από τον πολύ χορό.

  • Μα τι χίλιες νιφάδες! Ω! καημενούλη μου. Τι έχεις; Τι σου συμβαίνει; Δεν μπορώ να σε βλέπω έτσι!

Εκείνος σκουπίζει τη μύτη του. Τη ρουφάει καλά - καλά και της λέει με παραπονιάρικο ύφος.

  • Το έλατό μας. Κοίτα το. Είναι άδειο. Δεν έχει στολίδια. Ούτε αστέρι. Ούτε φωτάκια. Ούτε φάτνη. Ούτε χιόνι. Ούτε τίποτα. `Εφτιαξα όλα τα δώρα στο εργοστάσιο παιχνιδιών της Καισαρείας και δεν περίσσεψε τίποτα για το δέντρο μας. Με πήρε και ο Καλικατζαρούκος να μου πει ότι δεν υπάρχουν πουθενά αλλού στολίδια τώρα πια. `Ολοι έχουν κιόλας στολίσει τα δέντρα τους. Δεν έχουμε πια καμία ελπίδα να βρούμε και για μας κάτι. Κανείς δεν με σκέφτηκε εμένα. Κανείς δεν μ' αγαπάει. Κι αμέσως ξεσπάει σε ακόμα πιο δυνατούς λυγμούς.

Η κυρά Βασιλική κλείνει τα αυτιά της γιατί είναι και λίγο παράφωνος ο άντρα της. Μετά τον χαϊδεύει στο σκουφί του, του σκουπίζει τα μάτια και τη μύτη και του λέει.

  • Μα γι' αυτό σκας `Αγιε μου Βασίλη; Μα τους χίλιους τάρανδους, αυτό δεν το περίμενα. `Ελα, φάε ένα μελομακάρονο να γλυκαθείς κι άκου προσεχτικά τι θα σου πω. Δίνει ένα μελομακάρονο στον `Αγιο Βασίλη, ο οποίος καθώς το τρώει λέει μπουκωμένος...
  • Μήπως έχεις κι έναν κουραμπιέ;
  • Καλέ μου `Αγιε Βασίλη. Ξέρω πόσο καλός είσαι και πόσο αγαπάς όλα τα παιδιά του κόσμου. Γι' αυτό και κάθε χρόνο βάζεις τα δυνατά σου να τα ευχαριστήσεις με τα υπέροχα δώρα σου. Ξέρω επίσης πόσο κουράζεσαι κάθε φορά για να φτιάξεις τόσα δώρα, να διαβάσεις όλα τα γράμματα των παιδιών και να φτιάξεις τη λίστα μ' αυτά που ζητάει το καθένα. Ιδίως φέτος που γεννήθηκαν ένα σωρό ακόμη παιδάκια, οι υποχρεώσεις σου διπλασιάστηκαν. Όμως μην νομίζεις ότι δεν σ' αγαπάει κανείς και δεν αναγνωρίζει το έργο που κάνεις. Και για να στο αποδείξω σου έχω μια έκπληξη.

Η κυρά Βασιλική που τόση ώρα μιλούσε, δεν είχε καταλάβει ότι ο `Αγιος Βασίλης από την κούραση και την στενοχώρια του είχε βυθιστεί σε ύπνο. Μόλις άκουσε όμως το ροχαλητό του, γέλασε σιγά και χωρίς να κάνει θόρυβο σηκώθηκε και πήγε δίπλα στο τζάκι όπου εκεί υπήρχε ένα τσουβάλι. Το πήρε και πήγε προς το παράθυρο.

  • Παιδάκιααα, παιδιά μου, ελάτε μέσα, προτού ξεπαγιάσετε.

Μπαίνουμε στο σπίτι όλοι χαρούμενοι αλλά πρέπει να κάνουμε ησυχία. Η κυρά Βασιλική μας εξηγεί ότι μας είδε από την αρχή που φτάσαμε έξω από το παραθύρι της και μας ξέρει όλους από το junior, όπου μας διαβάζει συνέχεια.
Σε όλους μας δίνει από ένα γλυκό φιλάκι και μας κερνάει από ένα μελομακάρονο. Μετά, φέρνει ένα μεγάλο πράσινο τσουβάλι και λέει στα γρήγορα ότι έχει φτιάξει από χρυσόχαρτο και ασημόχαρτο ένα σωρό αστεράκια που τα είχε για να στολίσει το χριστουγεννιάτικο δέντρο τους. Είναι όμως πολλή χαρούμενη που βρεθήκαμε κοντά της αυτή τη στιγμή γιατί θα την βοηθήσουμε να στολίσει το έλατο.
Πραγματικά λοιπόν, μας δίνει από ένα αστεράκι και χωρίς να κάνουμε τον παραμικρό θόρυβο, πάμε πατώντας στις μύτες των ποδιών μας και κρεμάει ο καθένας από μας το δικό του αστεράκι. Η κυρά Βασιλική, στο τέλος βάζει γύρω - γύρω όμορφα λαμπιόνια που είχε από πέρυσι. Είμαστε όλοι πολύ χαρούμενοι και τα παιδάκια είναι καταπληκτικά.
Μόλις τελειώνουμε το στολισμό του δέντρου η κυρά Βασιλική βάζει με προσοχή ένα μεγάλο αστέρι στο χέρι του `Αγιου Βασίλη και προτρέπει όλα τα παιδιά να πουν με μια φωνή: «Αγιε μας Βασίλη ξύπνααα!»
Πραγματικά λοιπόν, τα καλά παιδάκια φωνάζουν τόσο δυνατά που ο Αγιος Βασίλης πετάγεται όρθιος, κρατώντας, χωρίς να το έχει καταλάβει, το αστέρι στο χέρι του, ενώ από την τρομάρα του λέει διάφορες ασυναρτησίες:

  • Ποιος είναι; Τι συμβαίνει; `Όχι, δεν το έκλεψα εγώ το μελομακάρονο από το μπολ. Ο τάρανδος το έφαγε...
  • Καλέ τι λες; `Ονειρο έβλεπες; του λέει η κυρά Βασιλική προσπαθώντας να τον συνεφέρει.

Τότε ο `Αγιος Βασίλης μας βλέπει όλους μπροστά του και ξαφνιάζεται.

  • Μα τι συμβαίνει; Πώς βρεθήκατε εσείς εδώ, μας ρωτάει.
  • Γεια σου `Αγιε Βασίλη,

φωνάζουν τα παιδάκια όλα μαζί, θαρρετά ενώ εγώ ντρέπομαι λιγάκι και δεν βγάζω μιλιά.

  • Είδες που σου είπα ότι δεν πρέπει να στενοχωριέσαι χωρίς λόγο;. Σου φυλούσα μία έκπληξη. Να την λοιπόν. Τα βλέπεις αυτά τα πολύ καλά και γλυκά παιδιά εδώ μπροστά σου; `Ηρθαν για σένα. Να σου φέρουν χαρά γιατί σε αγαπάνε πολύ και δεν θέλουν να σε βλέπουν στενοχωρημένο. Ορίστε! Κοίτα τι έκαναν. Στόλισαν το δέντρο μας.
  • Το δέντρο μας; Ποιο δέντρο μας; ρωτάει φανερά απορημένος ο `Αγιος Βασίλης.
  • Αυτόοο , φωνάζουν τα παιδάκια και δείχνουν με το δαχτυλάκι τους το έλατο δίπλα το τζάκι.

Ο `Αγιος Βασίλης γυρίζει και βλέπει το όμορφο χριστουγεννιάτικο δέντρο γεμάτο στολίδια.

  • Κι αυτό που κρατάς στα χέρια σου είναι η κορφή που θα την βάλεις εσύ για να είναι πανέτοιμο, λέει η κυρά Βασιλική.

Ο `Αγιος Βασίλης κοιτάζει το χέρι του και έκπληκτος βλέπει το μεγάλο αστέρι. Τα παιδάκια γελάνε, το ίδιο κι εγώ. Φανερά συγκινημένος, πλησιάζει στο έλατο ενώ πάλι αρχίζει να ρουφάει τη μυτούλα του. Βάζει με προσοχή την κορφή ψηλά στο δέντρο και η κυρά Βασιλική το καλώδιο στην πρίζα. Τα φωτάκια ανάβουν και το δέντρο φαντάζει εκπληκτικό. Τότε τα παιδάκια κι εγώ χτυπάμε παλαμάκια ενώ ο `Αγιος Βασίλης αγκαλιάζει τρυφερά από τους ώμους τη γυναίκα του. Βάζει ξανά τα κλάματα (όπου μας ξεκουφαίνει λιγάκι αλλά είναι τόσο γλυκούλης. Μου φαίνεται πως θα κλάψω κι εγώ... Σνιφ.):

  • Σ' ευχαριστώ αγαπημένη μου κυρά Βασιλική. Και σας παιδάκια σας ευχαριστώ πολύ. Είμαι πολύ χαρούμενος τώρα, και αυτό οφείλεται σε όλους εσάς. Με κάνατε πολύ ευτυχισμένο.


Εκείνη την ώρα η κυρά Βασιλική μας φωνάζει όλους να πάμε κοντά τους κι εκείνη πηγαίνει τρέχοντας σχεδόν στο κασετόφωνο και βάζει το τραγούδι «Ω! έλατο». Δυναμώνει την ένταση, πλησιάζει πάλι κοντά μας και χαρούμενοι όλοι μας τραγουδάμε δυνατά «Ω! έλατο, ω! έλατο, μ' αρέσεις πώς μ' αρέσεις...» .

Πηγή: www.christmasinathens.gr

Rena
Rena
Admin
Admin

Θηλυκό
Αριθμός μηνυμάτων : 8812
Registration date : 08/03/2009

Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω

Χριστουγεννιάτικα παραμύθια Empty Απ: Χριστουγεννιάτικα παραμύθια

Δημοσίευση από despoina_67 Κυρ Νοε 29, 2009 11:17 am

Μπράβο, Ρένα. Ωραία ιδέα να ανεβάσεις παραμυθάκια για τα Χριστούγεννα. reindeer
despoina_67
despoina_67
Supreme Member
Supreme Member

Θηλυκό
Αριθμός μηνυμάτων : 1327
Registration date : 03/11/2009

Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω

Επιστροφή στην κορυφή

- Παρόμοια θέματα

 
Δικαιώματα σας στην κατηγορία αυτή
Δεν μπορείτε να απαντήσετε στα Θέματα αυτής της Δ.Συζήτησης